5 Σεπτεμβρίου του 1849 ο Νικήτας Σταματελόπουλος, ο επονομαζόμενος Νικηταράς ο Τουρκοφάγος αφήνει την τελευταία του πνοή, πάμπτωχος και λησμονημένος.
Το ημερολόγιο έγραφε 25 Σεπτεμβρίου του 1849. Τα νέα έχουν κυκλοφορήσει από το πρωί: Πέθανε ο στρατηγός, ο Νικηταράς! Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος, ήταν ένας από τους διαπρεπείς αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης και ένας από τους πρωτεργάτες της. Ήταν ανιψιός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και καταγόταν από το χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα, στους πρόποδες του Ταϋγέτου.
Διακρίθηκε στη μάχη του Βαλτετσίου κρατώντας τη θέση Δολιανά, όταν με 200 άντρες απέκρουσε επίθεση ολόκληρου τουρκικού στρατού. Ήταν ο συντελεστής της πρώτης και πιο σημαντικής νίκης των Ελλήνων στον αγώνα για την ανεξαρτησία. Μετά την άλωση της Τριπόλεως δεν θέλησε να πάρει ούτε ένα λάφυρο. Μάλιστα ένα αδαμαντοκόλλητο σπαθί που του προσφέρθηκε, το δώρισε στην κυβέρνηση! Αργότερα ήτανε από εκείνους που συνέβαλαν στη νίκη στα Δερβενάκια. Πολέμησε μαζί με τον Υψηλάντη και τον Παπαφλέσσα και απέκρουσαν τον τουρκικό στρατό στη χαράδρα του Αγίου Σώστη.
Όταν τελείωσε η μάχη, οι πολεμιστές άρχισαν να μοιράζουν τα λάφυρα. Αναζήτησαν τον Νικηταρά. Αυτός είχε αποτραβηχτεί. Τον βρήκαν και τον ρώτησαν τι θέλει κι αυτός τους απάντησε: «Δεν θέλω τίποτα. Θέλω να δω την πατρίδα μου λεύτερη». Με το ζόρι του χάρισαν ένα άλογο μεγαλόσωμο και ένα σπαθί!
Το 1839 έκανε απόπειρα σύστασης Εταιρείας με την ονομασία «Φιλορθόδοξος Εταιρεία» με σκοπό την απελευθέρωση της υπόλοιπης Ελλάδας. Οι πράξεις της Εταιρείας κατ’ επίφασιν είχαν σκοπό την απελευθέρωση της Μακεδονίας, στην πραγματικότητα όμως απέβλεπαν στον εξαναγκασμό του βασιλιά Όθωνα σε παραίτηση. Ο Νικηταράς αφελής για το τι συμβαίνει είχε πέσει στην παγίδα του Ρώσου πρεσβευτή. Η ελληνική Κυβέρνηση, φοβούμενη ότι το ρωσόφιλο Κόμμα επεδίωκε να εκθρονίσει τον Όθωνα, συνέλαβε το Νικηταρά το 1839 και τον καταδίκασε – αν και αθώο – σε ενάμιση χρόνο φυλάκιση, την οποία εξέτισε στις φυλακές της Αίγινας. Βγήκε από τη φυλακή σχεδόν τυφλός και πάμπτωχος. Η υγεία του ήταν εξασθενημένη από τις κακουχίες που υπέστη. Το ζάχαρο τον είχε καταβάλει και είχε επηρεάσει την όρασή του.
Ζητιάνος με την άδεια του κράτους!
Ο Νικηταράς βίωσε την αχαριστία και την αγνωμοσύνη του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, το οποίο του αρνήθηκε σύνταξη ώστε να ζει αυτός και η οικογένειά του ευπρεπώς και αντί αυτού, του χορηγήθηκε «άδεια επαιτείας». Ο άλλοτε Τουρκοφάγος των Δολιανών και πολέμαρχος στα Δερβενάκια, ζητιάνευε για να ζήσει έξω από τον ναό της Ευαγγελίστριας του Πειραιά κάθε Παρασκευή! Έξι χρόνια πριν από τον θάνατό του ο Νικηταράς πήρε τιμητική σύνταξη και τον βαθμό του Αντιστράτηγου. Ο Νικηταράς είχε δανείσει στο Ελληνικό έθνος 12.225 φοινίκια και 105.000 γρόσια, τα οποία διεκδικούσε και διεκδίκησε και η οικογένειά του μετά το θάνατό του, αλλά ποτέ δεν έλαβαν!
Ρώτησε κάποτε τον Νικηταρά ο Τερτσέτης πώς κι έμεινε φτωχός και δεν πήρε ποτέ του λάφυρα από τις μάχες. Ο Νικηταράς απάντησε: «Πραματευτής δεν ήμουνα. Η μοίρα μου το θέλησε να γίνω καπετάνιος. Μα δε θα ήτανε σωστό να κάμω πραμάτεια το καπετανιλίκι μου για να καζαντίσω…»!
Το απόβραδο της 24ης Σεπτεμβρίου του 1849, ζήτησε από την γυναίκα του να τον βγάλει στο λιακωτό ν’ αντικρίσει για τελευταία φορά το ηλιοβασίλεμα και η Αγγελίνα παραξενεύτηκε: «Μα τι να δεις Νικήτα μου, αφού δεν βλέπεις;» Και εκείνος της απάντησε: «Να νιώσω το τελευταίο ηλιοβασίλεμα στην θάλασσα»…
Πλάι στον θείο του τον Κολοκοτρώνη
Ο στρατηγός Νικήτας Σταματελόπουλος πέθανε στις 6 το πρωί στις 25 Σεπτεμβρίου 1849. Η εξόδιος ακολουθία έγινε στην Αγία Ειρήνη στην οδό Αιόλου. Τον επιτάφιο εκφώνησε ο Παναγιώτης Σούτσος. Μια παράγραφος από τον λόγο του έλεγε:
«Ω σεις Αίαντες, Διομήδαι, Αγαμέμνονες, Οδυσσείς και Νέστορες του ελληνικού αγώνος, οι συνοδεύοντες εις το έσχατον αναπαυτήριον του νέου Αχιλλέα του Τουρκομάχου Ελλάδος Νικήταν τον Τουρκοφάγον». Ο Νικηταράς ετάφη στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, πλάι στο θείο του, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.