“Στην κατάθεση – καταγγελία του στους «Αδιάφθορους» ο 45χρονος περιέγραψε ότι στο διάστημα της κράτησής του είχε πληρώσει μικρότερα ποσά της τάξης των 1.000 ευρώ προκειμένου οι υπάλληλοι να τον προμηθεύσουν με κινητό τηλέφωνο και να τον βάλουν στα μεροκάματα. Για την απόδραση είπε μεταξύ άλλων τα εξής: «Στις 9 Νοεμβρίου ο Κ. μου είπε ότι έχει κανονίσει τη δουλειά της απόδρασής μου και ότι όλη η δουλειά θα κοστίσει 60.000 ευρώ. Δεδομένου ότι τα χρήματα ήταν πάρα πολλά και ήθελα να είμαι σίγουρος ότι δεν θα μου τα πάρει χωρίς να με βοηθήσει, μου πρότεινε να του δώσω αρχικά 30.000 ευρώ και μόλις καταφέρω να αποδράσω να του δώσω τα υπόλοιπα».
Είπε ακόμα ότι την παράδοση των χρημάτων έκανε η σύζυγός του, σε άτομο στο Βραχάτι. Για τη στιγμή της απόδρασης κατέθεσε: «Ο Κ… φορώντας τη μάσκα του και με κατεβασμένο το κεφάλι προς το έδαφος μου είπε χαμογελώντας: “Καλά να περάσεις, προσοχή μεγάλη. Μετά τις 3 μ.μ. σηκώνεσαι όρθιος από εκεί που είσαι γυρίζω την πλάτη μου και πατάς το μπουτόν”».
Αρμόδιοι αξιωματούχοι που ρωτήθηκαν σχετικά είπαν ότι πράγματι ο 45χρονος κατάφερε να αποδράσει ανοίγοντας την κεντρική πύλη των φυλακών, τη στιγμή που οι δύο από τους τρεις υπαλλήλους είχαν απομακρυνθεί από το θυρωρείο, ενώ ο τρίτος είχε φροντίσει να έχει γυρισμένη την πλάτη του. Την αφήγηση του 45χρονου επανέλαβε σε γενικές γραμμές και η εν διαστάσει σύζυγός του.”
Αλλες πηγές ενημέρωσης πάντως αμφισβητούν την αξιοπιστία του κρατουμένου – καταγγέλλοντος. Αναφέρουν ότι αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα όπως επίσης και ότι και στο παρελθόν έχει προχωρήσει σε καταγγελίες εις βάρος αστυνομικών και σωφρονιστικών υπαλλήλων προκειμένου να εξυπηρετήσει τους στόχους και τις επιδιώξεις του. Στο ίδιο πνεύμα, αστυνομικές πηγές κοντά στην υπόθεση αμφισβητούν ότι ο 45χρονος διέθετε ποσό της τάξης των 60.000 ευρώ, το οποίο συμφώνησε να διαθέσει στους υπαλλήλους της φυλακής για να τον αφήσουν να διαφύγει.